- μιόνια
- (μ). Στοιχειώδη σωμάτια που ανήκουν στα λεπτόνια και έχουν το ίδιο φορτίο και σπιν με τα ηλεκτρόνια, αλλά με τη διαφορά ότι η μάζα τους είναι 207 φορές μεγαλύτερη από του ηλεκτρονίου. Ανακαλύφθηκαν το 1936 από τους Αντερσον και Νεντερμέγερ, σε πειράματα κοσμικής ακτινοβολίας. Τα μ. διασπώνται σε ηλεκτρόνια και νετρίνα (μ–→e–+Ve–+Vμ) και έχουν χρόνο ζωής περίπου 2x10-6 δευτερόλεπτα. Τα αντισώματά τους (αντιμιόνια), που φέρουν θετικό φορτίο κατ’ απόλυτη τιμή ίσο με αυτό του ηλεκτρονίου, διασπώνται κατά το σχήμα: μ+→e++Vμ+Ve. Οι καταιγισμοί κοσμικών ακτινών που ανιχνεύονται στη Γη αποτελούνται κυρίως από μ. που παράγονται κατά τη διάσπαση των πιονίων. Τα μ. δεν αλληλεπιδρούν ισχυρά με την ύλη και γι’ αυτόν τον λόγο ένα μεγάλο ποσοστό τους φτάνει στην επιφάνεια της Γης.
Dictionary of Greek. 2013.